Καναδάς — I Επίσημη ονομασία: Καναδάς Έκταση: 9.970.610 τ. χλμ. Πληθυσμός: 30.007.094 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Οτάβα (827.898 κάτ. το 2001)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Ν με τις ΗΠΑ και στα Δ με την πολιτεία Αλάσκα των ΗΠΑ. Βρέχεται στα Β από… … Dictionary of Greek
αποκοπή — Α. αποκαλείται στη γλωσσολογία η μη προφορά ενός γράμματος μιας λέξης, από αφρόντιστη άρθρωση. Η πιο συχνή περίπτωση α. είναι η πτώση του τελικού φωνήεντος ορισμένων προθέσεων. Στα αρχαία ελληνικά, η α. ήταν χαρακτηριστική κυρίως της δωρικής και… … Dictionary of Greek
Ελληνική Επανάσταση — Η Επανάσταση που έλαβε χώρα μεταξύ 1821 29 και είχε ως στόχο την απελευθέρωση από τον τουρκικό ζυγό. Παρότι πολλές άλλες απόπειρες είχαν προηγηθεί, η τελευταία ήταν επιτυχής γιατί είχε πιο καθολικό χαρακτήρα, ήταν πιο οργανωμένη και αποτέλεσε… … Dictionary of Greek
Κοτζιούλας, Γεώργιος — (Τζουμέρκα 1909 – Αθήνα 1956). Λογοτέχνης και φιλόλογος. Σπούδασε στη φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ήταν γιος αγροτικού διανομέα και έζησε μια στερημένη ζωή, που σύντομα κλόνισε την υγεία του. Την περίοδο της Κατοχής διηύθυνε έναν… … Dictionary of Greek
Νικολίδης, Δημήτριος — (1765 – 1798).Γιατρός, φίλος του Ρήγα Βελενστινλή από την Ήπειρο. Με τη φροντίδα του θείου του Ζαχαρία, που ήταν ηγούμενος της μονής του προφήτη Ηλία της Ζίτσας, πήγε στη Ρουμανία για να τελειώσει τις εγκύκλιες σπουδές του στα εκεί ελληνικά… … Dictionary of Greek
Σωφρόνίος — I Όνομα αγίων της Αν. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1 Σ. Α’ πατριάρχης Ιεροσολύμων. > Σωφρόνιος, όνομα πατριαρχών των Ιεροσολύμων (1). 2. Αρχιεπίσκοπος Κύπρου. Πολυμαθής και μελετητής των Γραφών. Κατά τους Συναξαριστές ήταν επίσκοπος της Κωνστάντιας… … Dictionary of Greek